
Την Καμφορά οι περισσότεροι την γνωρίζουν ως φάρμακο. Όμως εκτός από φάρμακο είναι και δέντρο. Ένα δέντρο εντυπωσιακής εμφάνισης, εξαίρετων καλλωπιστικών χαρακτηριστικών, σημαντικών κηποτεχνικών ιδιοτήτων και ακόμα ένα δέντρο απαράμιλλα μακρόβιο - όπως για παράδειγμα η Μεγάλη Καμφορά του Καμό (άνω φωτογραφία), προαστίου της Ιαπωνικής πόλης Καγκοσίμα, η οποία έχει ηλικία ούτε λίγο ούτε πολύ, χιλίων πεντακοσίων χρόνων.

Η Καμφορά (Cinnamomum camphora) ανήκει στο γένος Κιννάμωμον (Cinnamomum), το οποίο ανάμεσα στα άλλα θαυμάσια φαρμακευτικά δέντρα και θάμνους, περιλαμβάνει και την ‘πρώτη εξαδέρφη’ της, την διάσημη Κανέλα (Cinnamomum verum).
Η Καμφορά είναι αειθαλές δέντρο μέσου προς μεγάλου μεγέθους, που αρκετές φορές απαντάται και στην μορφή του θάμνου. Έχει γρήγορο ρυθμό ανάπτυξης και πυκνό φύλλωμα αποτελούμενο από ωραίου πράσινου χρωματισμού απλά φύλλα.
Ανθίζει την άνοιξη, με πλήθος μικρών αρωματικών λουλουδιών υπόλευκου χρώματος, τα οποία είναι ερμαφρόδιτα και φέρονται πάνω σε ταξιανθία φόβης.
Μετά την επικονίαση - που πραγματοποιείται με τα έντομα - και την γονιμοποίηση του άνθους, εμφανίζονται οι μπλεδίζοντες μαύροι δρυπόμορφοι καρποί, οι οποίοι για τους λάτρεις των πουλιών είναι ευλογία, διότι προσελκύουν πλήθη από αυτά, συντελώντας με αυτόν τον τρόπο και στην διάδοση του είδους.

Η Καμφορά μπορεί να φυτευθεί σε οποιαδήποτε περιοχή του Ελλαδικού χώρου, στην οποία οι χειμώνες είναι ήπιοι. Το ελάχιστο θερμοκρασιακά όριο για την μακραίωνη εγκατάστασή της είναι οι -4 °C, αλλά τα πλήρως εγκατεστημένα και σκληραγωγημένα δέντρα μπορούν να αντεπεξέλθουν χαμηλών θερμοκρασιών της τάξης των -9 έως -12 °C.
Ως προς το έδαφος, η μοναδική απαίτηση που έχει είναι να στραγγίζει επαρκώς, καθώς άνετα προσαρμόζεται σε μια μεγάλη ποικιλία εδαφικών τύπων. Ωστόσο, όπως συμβαίνει με τα περισσότερα φυτά έτσι και αυτή, έχει κάποιες προτιμήσεις: της αρέσουν τα γόνιμα ελαφρά εδάφη που είναι δροσερά ενώ ως προς το pH εκείνα που παρουσιάζουν ελαφρώς όξινη έως ελαφρώς αλκαλική αντίδραση κυμαινόμενη μεταξύ 6 και 8.

Η φύτευση του δέντρου πραγματοποιείται όλον τον χρόνο εκτός από τις περιόδους ακραίων καιρικών φαινομένων. Η διαδικασία ξεκινά 10 με 15 ημέρες νωρίτερα, με την διάνοιξη λάκκου που έχει βάθος περίπου 0,8 έως 1 m και διάμετρο 0,6 έως 0,8 m.
Ο λάκκος παραμένει ανοικτός όλο το προαναφερθέν διάστημα και μια ημέρα προ της φύτευσης επιθεωρείται για να ελεγχθεί η περιεκτικότητα του εδάφους σε υγρασία. Εάν το χώμα έχει στεγνώσει εντελώς, τότε γίνεται πότισμα με άφθονο νερό προκειμένου να περιέλθει στην κατάσταση του ρώγου.
Την επόμενη ημέρα, στο εκσκαφέν έδαφος προστίθεται οργανική ουσία και ζεόλιθος ώστε το υλικό κατ΄όγκον να περιέχει ένα μέρος εδάφους, ένα μέρος οργανικής ουσίας και δύο μέρη ζεόλιθου. Στα ανωτέρω προστίθεται ακόμα και λίπασμα του τύπου 7-7-10, σε ποσότητα ανάλογη της ηλικίας του δέντρου, της θρεπτικής κατάστασής του και της περιεκτικότητας του εδάφους σε θρεπτικά - εφόσον έχει προηγηθεί ανάλυση.
Γίνεται πάρα πολύ καλή ανάμιξη, με σκοπό την όσο το δυνατόν περισσότερο ομογενοποίηση του τελικού προϊόντος και ρίχνεται μέρος του μίγματος στον λάκκο, ώστε τοποθετούμενο το φυτό, το άνω μέρος της βάσης του (ο ‘λαιμός΄) να είναι στο ίδιο ακριβώς επίπεδο με αυτό της επιφάνειας του εδάφους.
Κατόπιν γεμίζεται ο λάκκος με το εδαφικό μείγμα και πατιέται ελαφρά, με προσοχή, ώστε να μην βλαφθούν οι ρίζες.
Ακολούθως πραγματοποιείται άφθονο πότισμα και αφού στραγγίξει το νερό, εάν χρειαστεί, ρίχνεται ακόμη λίγο από το εδαφικό μίγμα και επαναλαμβάνεται το πότισμα αλλά ετούτη την φορά με πολύ μικρότερη ποσότητα νερού.

Γενικά η Καμφορά δεν χρειάζεται ιδιαίτερη φροντίδα πέρα από τις βασικές για οποιοδήποτε ολιγαρκές δέντρο.
Η λίπανση, που βοηθά την Καμφορά στην ομαλότερη και αρτιότερη ανάπτυξή της, μπορεί να πραγματοποιείται από τα τέλη του χειμώνα μέχρι τις αρχές του φθινοπώρου.
Ενδεικτικά αναφέρεται πως για δέντρο Καμφοράς ηλικίας 5 ετών, γίνεται εφαρμογή πλήρους κρυσταλλικού λιπάσματος του τύπου 30-10-10 κατά τα τέλη Φεβρουαρίου με αρχές Μαρτίου και σε ποσότητα 30 έως 40 gr, που σκορπίζεται ομοιόμορφα σε περιφέρεια κύκλου η οποία απέχει από το δέντρο 60 έως 80 cm.
Έπειτα και ανά 20 έως 30 ημέρες γίνεται χρήση πλήρους κοκκώδους λιπάσματος του τύπου 12-12-17 και σε ποσότητα 35 έως 70 gr, που σκορπίζεται όπως αναφέρεται παραπάνω.
Ως προς την άρδευση πρέπει να ληφθεί υπόψιν πως η Καμφορά είναι δέντρο μεγάλης αντοχής στην ξηρασία αλλά και στην άρδευση με γλυφό, κακής ποιότητας νερό. Το συστηματικό πότισμα της είναι αναγκαίο μέχρι την πλήρη εγκατάσταση του δέντρου, δηλαδή μέχρι τον σχηματισμό ικανού και δυνατού ριζικού συστήματος. Από κει και ύστερα, το κανονικό πότισμα ευνοεί την γρηγορότερη ανάπτυξη του, αλλά και χωρίς αυτό σπάνια θα παρουσιάσει προβλήματα.
Σπάνια, τέλος, είναι και τα προβλήματα με εχθρούς και ασθένειες, αφού το δέντρο πρακτικά δεν προσβάλλεται από παράσιτα.

Σε κάθε περίπτωση, θα πρέπει πάντα να λαμβάνεται υπόψιν, πως η ελάχιστη απόσταση ασφαλείας για την φύτευση της Καμφοράς από φράκτες, μάντρες, κτίσματα και δίκτυα υποδομής είναι τα 10 έως 12 m.
Αφήστε ένα σχόλιο